Ακαρνάνες πολεμιστές στην τουρκική εισβολή του 1974 στην Κύπρο.

 

20 Ιουλίου 1974… Ημερομηνία σταθμός για την Κύπρο αλλά και για ολόκληρη την ελληνική ιστορία. Πριν την αυγή, ισχυρές τουρκικές δυνάμεις αποβιβάζονται κοντά στην Κερύνεια και θέτουν σε εφαρμογή την “Επιχείρηση Αττίλας”, δηλαδή το σχέδιο εισβολής στην Κύπρο με το πρόσχημα της προάσπισης των τουρκοκυπριακών δικαιωμάτων. Εκεί συναντούν αντίσταση από τις ελληνικές και ελληνοκυπριακές δυνάμεις που όμως δεν καταφέρνουν να απωθήσουν τους εισβολείς οι οποίοι καταλαμβάνουν την Κερύνεια και τις περιοχές γύρω από την πόλη. Στις 23 Ιουλίου κηρύσσεται εκεχειρία και ξεκινούν στην Γενεύη διπλωματικές διαβουλέυσεις μεταξύ των εμπλεκόμενων χωρών οι οποίες απέβησαν άκαρπες. Έτσι στις 14 Αυγούστου οι Τουρκία ξεκινά την δεύτερη επιχείρηση “Αττίλας ΙΙ” που είχε σαν αποτέλεσμα την κατάκτηση του 36,2% του νησιού, την προσφυγοποίηση 150.000 ανθρώπων και την έναρξη του Κυπριακού ζητήματος που παραμένει άλυτο μέχρι σήμερα.

Την 21η Ιουλίου η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία προέβη σε μυστική αερομεταφορά καταδρομέων στο νησί, επιχείρηση γνωστή με το όνομα “ΝΙΚΗ”. Δεκαπέντε αεροσκάφη τύπου Nord Noratlas ξεκίνησαν από την Σούδα για την Κύπρο. Στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας δέχθηκαν φίλια αντιαεροπορικά πυρά, με αποτέλεσμα ένα αεροσκάφος να καταστραφεί (οδηγώντας στον θάνατο 4 αεροπόρους και 29 καταδρομείς), άλλα 2 αεροσκάφη να πάθουν σοβαρές ζημιές και να πραγματοποιήσουν ανώμαλες προσγειώσεις, ενώ τα υπόλοιπα προσγειώθηκαν ομαλά και αποβίβασαν άνδρες και εξοπλισμό για την προστασία του αεροδρομίου. Στην επιχείρηση “ΝΙΚΗ” και στις πολεμικές επιχειρήσεις συμμετείχαν 9 Ακαρνάνες καταδρομείς σύμφωνα με τον πολεμικό σύλλογο Κομάντος ΄74, οι οποίοι ήταν οι παρακάτω:


ΟΝΟΜΑ

ΤΟΠΟΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

1

Κουτσομπίνας Ευστάθιος

Φυτείες Ξηρομέρου

Νεκρός Ειρήνης

2

Μπακούρης Χρυσόστομος

Βόνιτσα


3

Μπαλαμπάνης Θεόδωρος

Πατιόπουλο Βάλτου


4

Ντζούβαλης Ιωάννης

Λουτρό Αμφιλοχίας


5

Παλιογιάννης Χρήστος

Πλαγιά


6

Παύλου Δημήτριος

Τρύφος Ξηρομέρου


7

Ρίζας Γεώργιος

Βόνιτσα


8

Τσίντζας Χαράλαμπος

Στάνος Αμφιλοχίας


9

Χολής Γεώργιος

Αρχοντοχώρι Ξηρομέρου

Νεκρός Ειρήνης



Ο Αγρινιώτης καταδρομέας Κωνσταντίνος Μπεσίρης, σε συνέντευξή του στο agrinionews.gr, εξιστορεί τα γεγονότα εκείνων των ημερών όπως τα έζησε:

Μόνο με την βασική εκπαίδευση τους ρίξαν στη φωτιά του Πολέμου.

16 Ιουλίου 1974. Η ατμόσφαιρα μύριζε πόλεμο. Οι φαντάροι των Ειδικών Δυνάμεων μόλις τελειώσαν την βασική εκπαίδευση στο Μεγάλο Πεύκο. Τους πήγαν στην Α΄Μοίρα Καταδρομών της Κρήτης. Εκεί ήταν ο Κωνσταντίνος Μπεσίρης με τον Παραβολιώτη Αιμίλιο Μονιά και με άλλους Αγρινιώτες και Αιτωλοακαρνάνες όπως τον Κατσιγιάννη Ιωάννη, τον Γεώργιο Αντωνόπουλο και τον Αβορανίτη Χριστογιάννη Ταξιάρχη και τον Ναυπάκτιο Χριστόπουλο Αθανάσιο. Σε λίγες ημέρες επρόκειτο να πάνε στην κόλαση της Κύπρου χωρίς την ολοκλήρωση ειδικής εκπαίδευσης. Νύχτα 20ης Ιουλίου 1974: Ο Κ.Μπεσίρης θυμάται «Όταν ολοκληρώθηκε είδαμε λεωφορεία τουριστικά να μας περιμένουν μέσα στο στρατόπεδο. Τότε καταλάβαμε ότι ήρθε η ώρα να ριχτούμε στην μάχη, άγνωστο που για μας ακόμα. Το σκεπτικό ήταν να υπάρξει άκρα μυστικότητα και να μη δώσουμε στόχο στους κατοίκους και να προκαλέσουμε πανικό. Όλοι είχαν καταλάβει τι επρόκειτο να συμβεί. Κανείς δεν υπάκουσε την διαταγή του διοικητή να βγάλουμε τσιμουδιά και να μείνουμε απαρατήρητοι. Με βροντερή φωνή τραγουδάγαμε «ποτέ θα κάνει ξαστεριά».

Και συνεχίζει «Σε λίγο φτάσαμε στο αεροδρόμιο της 115 Πτέρυγας Μάχης στην Σούδα. Μόλις φτάσαμε εκεί είδαμε στην πίστα του αεροδρομίου ένα βουνό από όπλα μέσα, ¨Ήταν τουφέκια, σφαίρες, χειροβομβίδες. Τις χρεωθήκαμε, παραταχθήκαμε και είδαμε 16 μεταγωγικά αεροπλάνα Noratlas των 30 -32 θέσεων».

Η προσγείωση του τρόμου

«Το ταξίδι από την Κρήτη στην Κύπρο διήρκησε 3 ώρες. Ταξιδέψαμε μέσω Λιβυής, Αιγύπτου και από νότια προς βόρεια ανέβηκε προς την Κύπρο. Για λόγους ασφαλείας ταξιδέψαμε με σιγή ασυρμάτου και με σβησμένα φώτα.

Την σιωπή του απόλυτου σκότους έσπασε ένας αξιωματικός, ο οποίος μπήκε στο θάλαμο όπου βρισκόμασταν: «Παιδιά σε 10 λεπτά θα προσγειωθούμε Λευκωσία. Ο Θεός μαζί σας». Εμείς ασυναίσθητα κοιτάζαμε τα παράθυρα. Βλέπαμε φωτιές και χάος στο έδαφος, που όλο και πλησιάζαμε με το αεροπλάνο. Ακούστηκαν ξαφνικά εκρήξεις δίπλα στο αεροπλάνο. Τότε υπήρξε το ασυναίσθητο αίσθημα του φόβου, διότι καθόμασταν στις καρέκλες, δεν ήμασταν στην μάχη για να κάνουμε κάτι. Νιώσαμε ότι απλά περιμέναμε τον θάνατο μας»

Οι μάχες σώμα με σώμα στο αεροδρόμιο

«Το αεροπλάνο μέσα στο πανδαιμόνιο εκρήξεων και πυροβολισμών προσπαθούσε να ισορροπήσει και να καταφέρει να προσγειωθεί μέσα στο βομβαρδισμένο αεροδρόμιο, του οποίου η πίστα είχε καταστραφεί μερικώς από τους βομβαρδισμούς. Τελικά τα καταφέραμε και το αεροπλάνο προσγειώθηκε μέσα στα χωράφια. Από τα 13 Noratlas, τα δύο χτυπήθηκαν πολύ σοβαρά. Από εκείνο που οδηγούσε ο Παναγόπουλος διασώθηκε μόνο ένας, ενώ από το άλλο που χτυπήθηκε υπήρξαν 2 νεκροί και 9 τραυματίες. Ήταν 04:00 τα ξημερώματα, όταν πατήσαμε το πόδι μας σε Κυπριακό έδαφος.

Είχαμε μόλις πηδήξει από το αεροπλάνο, χωρίς να ξέρουμε πραγματικά τι να κάνουμε και προς τα πού να βαδίσουμε Κατεβαίνει ο Διοικητής «Παπαμελετίου» και συγκεντρωθήκαμε σε σημείο του αεροδρομίου. Γύρω μας βλέπαμε σκιές φαντάρων ( σιλουέτες), οι οποίοι δεν ξέραμε αν ήταν εχθροί, δικοί μας, ΕΛΔΥΚάριοι ή οτιδήποτε άλλο. Ο Διοικητής Παπαμελετίου αντέδρασε με ψυχραιμία, αποφασιστικότητα και κατάφερε να διακρίνει και να αναγνωρίσει ότι ήταν φίλιες δυνάμεις, οπότε κινηθήκαμε σε ασφαλές σημείο του αεροδρομίου¨

Την επομένη ακολούθησε η μάχη σώμα με σώμα με τους Τούρκους: «Πήγαμε όλοι οι λόχοι στο αεροδρόμιο, καθώς εκεί σύμφωνα με πληροφορίες συγκεντρώνονταν μεγάλος αριθμός τουρκικών δυνάμεων για να πάρουν το αεροδρόμιο. Όταν φτάσαμε εκεί, η πρώτη εντολή που είχαμε, είναι να σπάσουμε ότι τζαμαρία υπήρχε, για λόγους ασφαλείας, λόγω της μάχης που θα ακολουθούσε. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι ήταν διαφημιστικά κόκα-κόλα που εμπόδιζαν την ορατότητα με το εχθρικό μέτωπο. Στο χώρο του αεροδρομίου υπήρχαν δύο με τρία μικρά τανκς, χωρίς ερπύστρια, που τα χρησιμοποιεί συνήθως η αστυνομία. Δόθηκε εντολή αυτά να «ρίξουν» τις πινακίδες Ένα από αυτά πάει να κατεβάσει αυτή που εμπόδιζε την οπτική επαφή με τους εχθρούς. Με το που το έκανε, ο οδηγός της χτυπήθηκε στο λαιμό από πυρά ελεύθερων σκοπευτών. Ήταν η αρχή της μάχης που δόθηκε στο αεροδρόμιο στις 11-12 το πρωί. Έγινε το έλα να δείς. Όλμοι, τανκς, χειροβομβίδες, πυροβολισμοί συνέθεταν ένα σκηνικό κόλασης για 2-3 ώρες.

Ο τουρκικός στρατός για καλή μας τύχη χτύπησε με βαρέα όπλα ένα ρουμάνικο πολιτικό αεροπλάνο που βρίσκονταν ακριβώς δίπλα από τα γραφεία χωρίς εκεί να υπάρχει κανένας Έλληνας ή Ελληνοκύπριος στρατιώτης. Δεν μπορώ να ξεχάσω την μονάδα του ΟΗΕ που στην νεκρή ζώνη των 500 μ που δημιούργησαν άφησαν τους Τούρκους να περνάνε και να προωθούνται ανενόχλητοι. Αναφέρομαι για το σημείο, όπου 22 χρόνια μετά έπεσε ηρωικά ο Σολωμός Σολωμού. Η τραγική ειρωνεία της ιστορίας…Την σκληρή μάχη διαδέχθηκε άτυπη κατάπαυση του πυρός. Τι εννοώ; Ότι οι Τούρκοι σταμάτησαν να επιτίθενται Νικήσαμε! Το αεροδρόμιο το κρατήσαμε μαζί με τους Κυπρίους. Οι Τούρκοι αφήσαν πολλούς νεκρούς στο πεδίο της μάχης.»

O Aττίλας Β΄και η εξολόθρευση τούρκικων τανκς

«Ο Αττίλας Β έγινε μόνο για την πρωτεύουσα της Κύπρου, Λευκωσία. Εμείς είχαμε εντολή να πιάσουμε το ύψωμα Κοκολασίδη με αποστολή ανταρτοπόλεμο και πλαγιοκόπηση του εχθρού. Πράγματι είδαμε τουρκικά άρματα μάχης να κατευθύνονται προς την Λευκωσία. Αμέσως από το ύψωμα τους επιτεθήκαμε με αντιαρματικά Paw 90 και καταστρέψαμε 6 με 10 από αυτά. ΟΙ Τούρκοι οπισθοχώρησαν. Εμείς δεχτήκαμε διαταγή να φύγουμε, Και αυτή η μάχη κράτησε 2-3 ώρες»

«Γεια σου μάνα, είμαι καλά, μην ρωτάς που είμαι».

Στα μέσα Σεπτέμβρη του 1974 πρώτη φορά συναντήσαμε τους άλλους ελλαδίτες φαντάρους της ΕΛΔΥΚ που ήδη βρίσκονταν στο νησί και υπηρετούσαν την θητεία τους. Εκεί επίσης για πρώτη φορά κατάφερα να επικοινωνήσω με τους γονείς μου στο Αγρίνιο. Δεν γνώριζαν την τύχη μου, δεν γνώριζαν καν αν ζω. Ο πατέρας μου ρώταγε στο φρουραρχείο Αγρινίου, από το οποίο λάμβανε την απάντηση ότι «δεν έχουμε κανένα νέο για την τύχη του γιου σας». Η αγωνία έλαβε τέλος χάρις σε ένα Μακρύνειο Ασυρματιστή που βρήκα στους ΕΛΔΥΚάριους. Οι ασύρματοι βρίσκονταν σε απόλυτη σιγή, για τον φόβο μήπως εντοπιστεί έτσι η θέση των Ελλήνων από τους εχθρούς. Ζήτησα από τον ασυρματιστή από την Μακρυνεία το απλό: «Ένα τηλέφωνο στην μανούλα μου». Εκείνος είπε «θα προσπαθήσω». Και πράγματι το έκανε: Για πρώτη φορά μετά την έναρξη των εχθροπραξιών επικοινώνησα με τους γονείς μου. Όταν το σήκωσε η μάνα μου, της είπα: «Γεια σου μάνα, είμαι καλά, μην ρωτάς που είμαι».

Διαβάστε το εξαιρετικό άρθρο του Λίνου Υφαντή που αποτελεί και πηγή του παρόντος άρθρου εδώ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις